Δυστυχώς η διαρκής χρήση ισχυρότατων αντιβιοτικών αποτελεί πλέον κοινή πρακτική στη γεωργία και την κτηνοτροφία αναπτυσσόμενων χωρων παρόλο που η ιατρική κοινότητα απαγορεύει την χρήση τους, καθώς πρέπει να διατηρηθούν για ακραίες περιπτώσεις, για να μην αυξηθεί η αντίσταση των βακτηρίων σε αυτά.
Τον Ιανουάριο του 2018 επιστήμονες προειδοποίησαν για ευρείες επιπτώσεις στην παγκόσμια υγεία μετά από ευρήματα που αποκαλύπτουν πως εκατοντάδες τόνοι κολιστίνης – το «αντιβιοτικό της τελευταίας ανάγκης» – αποστέλλονται σε εκτροφεία της Ινδίας.
Λίγα λόγια για την αντιβίωση.
Πριν φτάσουμε στο έγκλημα που εκκολάπτεται αυτή τη στιγμή στην Ινδία άλλες χώρες, είναι σημαντικό να δούμε σε λίγες(?) γραμμές τί είναι και πως δουλεύει η αντιβίωση. Διαφορετικά προχωρήστε στο τέλος του Intro.
<Intro>
Η μεγάλη ανακάλυψη – Ο κόσμος σταματάει να πεθαίνει από ένα φτέρνισμα.
Όλα ξεκίνησαν το 1929, όταν ο Φλέμινγκ παρατήρησε ότι τα βακτήρια δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν κοντά σε αποικίες του μύκητα Penicillium. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, τα φάρμακα αυτά (που παράγονταν από μύκητες και βακτήρια) όπως η πενικιλλίνη καταπολέμησαν και μείωσαν κατά πολύ τα ποσοστά θνησιμότητας από ασθένειες όπως η πνευμονία και η φυματίωση.
Τα βακτήρια αντιστέκονται και μεταλλάσσονται.
Η χρυσή εποχή των αντιβιοτικών κράτησε λίγο. Μετά από την μεγάλη επιτυχία που είχαν στην μάχη με πολλές ασθένειες, άρχισαν να εμφανίζονται βακτήρια που ήταν ανθεκτικά στα αντιβιοτικά φάρμακα. Για παράδειγμα, σήμερα το 98% των βακτηρίων της γοννόροιας στην νοτιοανατολική Ασια είναι ανθεκτικό στην πενικιλλίνη.
Στο παραπάνω βίντεο / πείραμα του Harvard φαίνεται πόσο γρήγορα μπορεί ένα βακτήριο μέσω γενετικών μεταλλάξεων να αποκτήσει ανθεκτικότητα σε τεράστιες ποσότητες αντιβιοτικού.
Νέα αντιβιοτικά – Σαφείς οι οδηγίες χρήσης.
Κάπως έτσι ορίστικαν σαφείς οδηγίες για την χρήση των αντιβιωτικών.
Υπάρχουν διαφορετικές κλίμακες αντιβίωσης και κάποια αντιβιωτικά δεν πρέπει να δίνονται ποτέ, παρα μόνο στις πιο ακραίες περιπτώσεις ακριβώς για να μην αναπτυχθούν ανθεκτικά βακτήρια.
Επίσης αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και στην απλούστερη αντιβίωση ο γιατρός σε παρακαλάει να μην την κόψεις νωρίς επειδή “νιώθεις καλύτερα” και να μην την παίρνεις αν δεν υπάρχει λόγος.
(πχ στις ιώσεις όπως το κρυολόγημα ή η γρίπη η αντιβίωση δεν έχει νόημα)
</Intro>
Το πρόβλημα της αλόγιστης χρήση αντιβιωτικών.
Σε κοτόπουλα που εκτρέφονται στην Ινδία βρέθηκε να έχουν δοθεί μερικά από τα ισχυρότερα αντιβιοτικά που είναι γνωστά στην ιατρική, πρακτική που θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο.
Εκατοντάδες τόνοι ενός “αντιβιοτικού τελευταίας χρήσης” του Colistin μεταφέρονται κάθε χρόνο για να χρησιμοποιηθούν, χωρίς ιατρική επίβλεψη, σε ζώα που δεν το χρειάζονται.
Μόνο το 2016 συνολικά, χιλιάδες τόννοι Colistin μεταφέρθηκαν σε χώρες όπως το Βιετνάμ, την Ινδία, τη Νότια Κορέα και τη Ρωσία. Στην Ινδία τουλάχιστον πέντε φαρμακευτικές εταιρείες ζώων διαφημίζουν ανοιχτά προϊόντα που περιέχουν Colistin.
Η κολιστίνη
Το Colistin θεωρείται ως μία από τις τελευταίες γραμμές άμυνας κατά σοβαρών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης της πνευμονίας, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με άλλα φάρμακα. Χωρίς αυτήν, ασθένειες που ήταν συνήθως θεραπεύσιμες τον τελευταίο αιώνα μπορεί να γίνουν θανάσιμες ξανά.
Τα αντιβιοτικά αυτά δίνονται σε πουλερικά για να τα προστατεύσουν από ασθένειες ή για να τα κάνουν να παίρνουν βάρος γρηγορότερα, έτσι ώστε να μπορούν οι εκτροφείς να έχουν μεγαλύτερα κέρδη.
Η Venky’s
Μία από τις φαρμακευτικές εταιρίες που φέρνουν το collistin στην Ινδία, η Venky’s, είναι επίσης σημαντικός παραγωγός πουλερικών. Εκτός από την πώληση ζωικών φαρμάκων και τη εκτροφή κοτόπουλου, η εταιρία αυτή παρέχει επίσης κρέας άμεσα και έμμεσα σε αλυσίδες γρήγορου φαγητού στην Ινδία, όπως KFC, McDonald’s, Pizza Hut και Dominos.
Η Venky’s πωλεί κολιστίνη σε αγρότες ως “βοηθητικό ανάπτυξης” σε τσάντες με εικόνες χαρούμενων κοτόπουλων στο πακέτο και με οδηγίες που λένε ότι το προϊόν “βελτιώνει την αύξηση βάρους” και οτι πρέπει να προστεθούν 50 γραμμάρια σε κάθε τόνο τροφής.
Η επιστήμονες προειδοποιούν.
Ο Timothy Walsh, παγκόσμιος εμπειρογνώμονας για την αντοχή στα αντιβιοτικά και σύμβουλος του ΟΗΕ για την αντιμικροβιακή αντίσταση, χαρακτήρισε τα ευρήματα του σχετικά με την άμεση διαθεσιμότητα Colistin στην Ινδία “πολύ ανησυχητικά” και περιέγραψε τη χρήση της κολιστίνης στην πτηνοτροφία ως “απόλυτη τρέλα”.
“Το Colistin είναι η τελευταία γραμμή άμυνας. Είναι το μόνο φάρμακο που έχουμε αφήσει για τη θεραπεία ασθενών με κρίσιμη νόσο με λοίμωξη ανθεκτική σε καρβαπενέμη. Το να το τρώει κανείς ως τροφή είναι τρελό.”
It’s already hapenning – Superbug νο.1
Οι Κινέζοι συνάδελφοι του Walsh ήδη ανακάλυψαν ένα γονίδιο ανθεκτικό στην κολιστίνη σε κινέζους χοίρους ήδη από το 2015. Το γονίδιο, mcr-1, θα μπορούσε να μεταφερθεί και μεταξύ ειδών βακτηρίων. Αυτό σήμαινε ότι μικρόβια που δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν μόνα τους την αντίσταση, θα μπορούσαν να γίνουν ανθεκτικά απευθείας με την απόκτηση του γονιδίου mcr-1.
Η ανακάλυψη αντιμετωπίστηκε με παγκόσμιο πανικό στην ιατρική κοινότητα, καθώς σήμαινε ότι η αντίσταση θα μπορούσε να περάσει σε βακτήρια τα οποία είναι ήδη ανθεκτικά σε πολλά άλλα φάρμακα, οδηγώντας σε μόνιμες – ανίατες λοιμώξεις.
Τότε η χρήση του φαρμάκου στην κτηνοτροφία αναφέρθηκε ως ο πιθανότερος τρόπος διάδοσης του mcr-1 αλλά αυτό δεν φάνηκε να ανησυχεί πολύ τους εκτροφείς και τις πολυεθνικές.
Από τότε έχουν ανακαλυφθεί και άλλα γονίδια ανθεκτικά στην κολιστίνη (τα mcr-2 έως mcr-5). Τα βακτήρια ανθεκτικά στην κολιστίνη που ήταν κάποτε σπάνια φαίνεται πλέον να είναι ευρέως διαδεδομένα.
Superbug νο.2
Ένα παρόμοιο γονίδιο που ανησυχεί τους επιστήμονες είναι το μεταλο-βήτα-λακταμάση 1 (NDM-1) του Νέου Δελχί, το οποίο είναι ανθεκτικό στα αντιβιοτικά carbapenem.
Έχει ονομαστεί “βακτήριο εφιάλτης” από τα Κέντρα Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων των ΗΠΑ, επειδή σκοτώνει τους μισούς ασθενείς που αναπτύσσουν την λοίμωξη αυτή στο αίμα.
Το NDM-1 βρέθηκε για πρώτη φορά σε έναν ασθενή που το γύρισε από την Ινδία το 2008 και έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, με περισσότερα από 1.100 εργαστηριακά επιβεβαιωμένα περιστατικά στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Bonus βίντεο για το τέλος
Sources: Guardian, TheBureauInvestigates, Medifind